Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010


Ένας άλλος τίτλος του μυθιστορήματος του Πέτρου Μάρκαρη θα μπορούσε να είναι "Ο αστυνόμος Χαρίτος στην Πόλη". Ο Χαρίτος και η Αδριανή αποφασίζουν να εγκαταλείψουν για λίγο την Αθήνα και να πάνε εκδρομή στην Κωνσταντινούπολη. Θαυμάζουν τα αξιοθέατα και την πολίτικη κουζίνα αλλά, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα με τον αστυνόμο Χαρίτο, η χαρά του δε διαρκεί πολύ. Μια ηλικιωμένη γυναίκα από τον Πόντο, που ζει στη Δράμα, επιστρέφει μετά από χρόνια στα πάτρια εδάφη και αρχίζει να σκοτώνει. Ο Χαρίτος πρέπει να προλάβει τον επόμενο φόνο της, αλλά και να καταφέρει να συνεργαστεί με έναν Τούρκο αστυνομικό, τον Μουράτ, με τον οποίο τους "συνδέει" μια αμοιβαία καχυποψία.

Η Κωνσταντινούπολη του Πέτρου Μάρκαρη μέσα από τα μάτια του αστυνόμου Χαρίτου. Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα γεμάτο πικρία, σαρκασμό και νοσταλγία. Για πρώτη φορά ο Χαρίτος μακριά από την Αθήνα.

της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΡΟΥΜΠΟΥΛΑ

«Οταν υπάρχει ένας μεγάλος πόλεμος, κανείς δεν δίνει σημασία στους μικρούς που γίνονται την ίδια στιγμή». Αυτοί οι «μικροί πόλεμοι» που έγιναν στη ζωή της και την αδίκησαν κατάφωρα, έκαναν την 90χρονη Μαρία Χάμπαινα, μια Ρωμιά από τη Πόλη, με καταγωγή από τον Πόντο, να ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς της πριν ξεψυχήσει. Τους λογαριασμούς του με το παρελθόν μάλλον κάνει και ο Κωνσταντινουπολίτης Πέτρος Μάρκαρης, στέλνοντας, με το τελευταίο, πέμπτο, βιβλίο του, τον Κώστα Χαρίτο στην Πόλη να τα βγάλει πέρα με τις τραυματικές εμπειρίες της ελληνικής μειονότητας.
«... η κουβέντα με τους Πολίτες είναι πάντα μια οπισθοδρόμηση. Πρώτα σε πηγαίνουν πίσω στο παρελθόν και μετά σε γυρίζουν εκεί που τους πονάει, στο σήμερα». Αυτό το νιώθει ο Ελληνας αστυνόμος κάθε φορά που μιλά με κάποιον Ρωμιό της Πόλης, όπως αυτοπροσδιορίζεται κάθε Ελληνας της Κωνσταντινούπολης.
Ο διάσημος πια ήρωας του Μάρκαρη βρίσκεται στην Πόλη, μετά της συζύγου του Αδριανής, για αναψυχή. Δεν προλαβαίνει να δει καλά καλά τα πρώτα αξιοθέατα, με καλύτερη την Αγία Σοφία, για την οποία κάνει μια εύστοχη παρατήρηση -«φαίνεται πως φτιάχτηκε με τέτοιο τρόπο, ώστε να κοιτάς πάντα προς τα ουράνια, ποτέ προς τα τάρταρα» - και αναλαμβάνει δουλειά.
Να εξιχνιάσει τους φόνους της γριάς Χάμπαινας, η οποία έζησε μια βασανισμένη ζωή. Υπηρέτρια σε σπίτια ευκατάστατων Ρωμιών της Πόλης που μετά τα Σεπτεμβριανά και τις απελάσεις, κατέφυγε στον αδελφό της στη Δράμα, απ’ όπου και ξεκίνησε στα 90 της την απόδοση της δικαιοσύνης. Πρώτα σκότωσε τον τύραννο αδελφό και μετά συνέχισε το έργο της στην Πόλη, με όπλο μια τυρόπιτα. Όσους ήθελε να ευχαριστήσει πρόσφερε μια καθαρή πεντανόστιμη τυρόπιτα (οι τυρόπιτές της ήταν ονομαστές), ενώ όσους ήθελε να εκδικηθεί, γιατί έβλαψαν την ίδια και την οικογένειά της, πρόσφερε τυρόπιτα ζυμωμένη με παραθείο.
Ο Χαρίτος δεν ψάχνει μόνος τη Χάμπαινα στα σοκάκια του Πέρα ή του Μπακίρκιοϊ αλλά με ένα Τούρκο συνάδελφό του, μεγαλωμένο στη Γερμανία. Απ’ αυτόν ο Ελληνας αστυνόμος διδάσκεται την ψυχολογία των μειονοτήτων. «Εγώ καταλαβαίνω τους Ρωμιούς καλύτερα από σένα», του λέει. «...Στη Γερμανία, την Αυστρία, την Αγγλία... μοιραζόμαστε την ίδια τύχη με όλες τις άλλες μειονότητες».
Οι δύο άντρες, που μπορεί να κρύβουν μια καχυποψία ο ένας για τον άλλον, αλλά δεν θα συγκρουστούν ποτέ, θα φροντίσουν ώστε να μη συλληφθεί η γερόντισσα, συμφωνώντας σιωπηρά ότι στην πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύει το «κακό».
Η αστυνομική πλοκή αποτελεί ευκαιρία για τον Μάρκαρη να σχολιάσει θέματα που απασχολούν τη νεοελληνική πραγματικότητα και την Ιστορία. Γι αυτό κάθε θύμα της Χάμπαινας είναι και μια πτυχή του δράματος της ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία. Είτε πρόκειται για τον φόρο περιουσίας του Ινονού το 42, που έγδυσε τις μειονότητες είτε για τις λεηλασίες και τις καταστροφές στα Σεπτεμβριανά το 55, είτε για τις απελάσεις με αφορμή το Κυπριακό το 1964.
Υπάρχουν όμως και κάποιες πτυχές που αφορούν στα «οικογενειακά» μας και κατονομάζονται στο «Παλιά, πολύ παλιά».
Είναι η εκμετάλλευση των ξεριζωμένων Ρωμιών από άλλους Ρωμιούς που έμειναν. Οι τελευταίοι αγόραζαν σε εξευτελιστικές τιμές τις περιουσίες των πρώτων και θησαύριζαν μετά. Είναι και το παράπονο πως η Ελλάδα για χάρη της Κύπρου ξεπούλησε τους Κωνσταντινουπολίτες. «Τελικά πήρατε το μισό νησί. Να το παίρνατε τουλάχιστον ολόκληρο, να πω χαλάλι».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου